Το σπίτι που ονειρεύεται, π. 1929-1931
Ο Μιχάλης Οικονόμου υπήρξε μια ξεχωριστή προσωπικότητα για την ελληνική τέχνη της εποχής του Μεσοπολέμου. Με σπουδές ναυπηγικής στο Παρίσι αρχικά, όπου μετέβη το 1906, στράφηκε αργότερα στη ζωγραφική, αναπτύσσοντας ένα τελείως προσωπικό ύφος, παρά τις επιδράσεις των Γάλλων μετα-ιμπρεσιονιστών ζωγράφων που διακρίνονται σαφώς στο έργο του. Τα θέματα του Οικονόμου είναι απλά, πάντοτε παρμένα από τη φύση. Στη γαλλική πρωτεύουσα παρέμεινε 20 χρόνια, ενώ συχνά ταξίδευε στο εσωτερικό της Γαλλίας, στη Βρετάνη ή τις μεσογειακές ακτές στο νότο –αγαπημένους προορισμούς και Γάλλων ζωγράφων, όπως ο Cézanne και o Matisse– αλλά και στην Αλγερία και την Τυνησία. Στη Γαλλία παρέμεινε έως το 1926, οπότε επέστρεψε στην Ελλάδα. Ασχολήθηκε αποκλειστικά με την τοπιογραφία, την οποία αποδίδει με έντονο ψυχισμό, που αντικατοπτρίζει μια ιδιόμορφη ιδιοσυγκρασία. Σπίτια δίπλα στο νερό, ξωκλήσια, παλιά γεφύρια και μύλοι, δρόμοι με καμάρες, γέρικες ελιές, κυπαρίσσια, θάλασσες, βάρκες. Τα κτίσματα καθώς και τα δέντρα, στέρεα πλασμένα και χωροθετημένα, μαρτυρούν σε πολλούς πίνακες πως ο ζωγράφος έχει μια γερή αίσθηση της φόρμας, μια γλυπτική αντίληψη, μπορεί να πει κανείς, για τον όγκο και τη φόρμα μέσα στο χώρο. Σαφήνεια στην οργάνωση των όγκων, των επιπέδων καθώς και στην άρθρωση του χώρου είναι συστατικό γνώρισμα των περισσότερων έργων της πρώτης περιόδου δημιουργίας του.
Το σπίτι που ονειρεύεται είναι από τα πιο χαρακτηριστικά έργα του καλλιτέχνη, που εκφράζουν την προσωπική του αντίληψη για την απόδοση του τοπίου. Ανήκει στην τελευταία περίοδο της ζωής του (1929-1931), τότε που επισκέπτεται συχνά την Ύδρα. Παρόλο που ο θεατής αναγνωρίζει φυσικά πρότυπα, θέτει σε ενέργεια διανοητικές δυνάμεις για να ανακαλύψει νέα πλαστικά ισοδύναμα, τα οποία γεμίζουν ασφυκτικά την επιφάνεια του πίνακα, καθώς το θέμα τείνει πολλές φορές να βγει έξω από τα όριά του. Φορμαλιστικές σχηματοποιήσεις σε ενιαίους χρωματικούς όγκους, ενεργοποιούν το χώρο, καθώς οι επιφάνειες, τοποθετημένες σε επάλληλα επίπεδα, σαφώς οριοθετημένες σε καθαρό περίγραμμα θυμίζουν έργα των Συνθετιστών. Η δυναμική εκφραστική λειτουργία του χρώματος, παρά το ότι χρησιμοποιούνται χαμηλοί τόνοι, ευαίσθητοι και απαλοί που προσδίδουν στο έργο κάποιο λυρισμό, αγγίζει εξπρεσιονιστικές αποδόσεις, καθώς οι χρωματικές εντάσεις είναι συνυφασμένες με την έκφραση των αισθημάτων και των συγκινήσεων.